Ποιότητα νερού, ονομάζουμε το σύνολο των φυσικών, χημικών, βιολογικών και ραδιολογικών ιδιοτήτων του νερού που καθορίζουν τον βαθμό καταλληλότητας του για διάφορες χρήσεις.

Ένα νερό απόλυτα καθαρό, περιέχει μόνο μόρια νερού (H2O) και όχι άλλες ουσίες.  Στη φύση το νερό δεν είναι καθαρό, αλλά περιέχει εκτός από μόρια καθαρού νερού και διάφορες ουσίες.

Οι επιπρόσθετες αυτές ουσίες (εφεξής ουσίες) που μπορεί να συναντήσουμε στο νερό μπορούν σε χωριστούν σε 3 κατηγορίες:

  1. Αιωρούμενα Στερεά
  2. Χημικές ουσίες (συμπεριλαμβανομένων και των ραδιενεργών).
  3. Μικροοργανισμούς

Οι δε χημικές ουσίες μπορούν σε κατηγοριοποιηθούν σε:

  1. Απολυμαντικά μέσα
  2. Οργανικές ενώσεις (ενώσεις του άνθρακα δηλαδή)
  3. Άλατα & Ιόντα
  4. Βαρέα Μέταλλα
  5. Διαλυμένα Αέρια

 

Οι προβληματικές (ή μη) ουσίες που μπορεί να συναντήσουμε στο νερό κατατάσσονται σε 7 κατηγορίες (βλ. πίνακα 1):

ΑΡ.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
1. Αιωρούμενα στερεά

όπως για παράδειγμα λάσπη, πέτρες, χώμα, ίνες αμιάντου, θολότητα, σκουριά,  αιωρούμενα σωματίδια κ.ά.

2. Απολυμαντικά μέσα   /
3. Οργανικές ενώσεις

που προσδίδουν δυσάρεστη γεύση και οσμή στο νερό (VOCs, φαινόλες) κ.ά.

4. Μικροοργανισμοί   /
5. Άλατα & Ιόντα  /
6. Μέταλλα-Βαρέα μέταλλα

όπως για παράδειγμα σίδηρο, μαγγάνιο, χρώμιο, κάδμιο, μόλυβδο, αρσενικό, υδράργυρο, νικέλιο, αργίλιο κ.ά.

7.

Διαλυμένα αέρια

όπως για παράδειγμα υδρόθειο, διοξείδιο του άνθρακα, διαλυμένο οξυγόνο κ.α.

Πίνακας 1: Προβληματικές ή μη ουσίες που μπορεί να συναντήσουμε στο νερό

Στην Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) Υ2/2600/2001, η οποία εναρμονίζεται με την οδηγία 98/83/ΕΚ του

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ορίζονται τα όρια για κάθε χημική, μικροβιολογική και οργανοληπτική παράμετρο (οσμή, χρώμα, γεύση και θολότητα) που αφορά σε νερό ανθρώπινης κατανάλωσης. Υπάρχουν βέβαια και ουσίες για τις οποίες δεν υπάρχουν όρια (όπως για παράδειγμα η σκληρότητα του νερού την οποία θα αναλύσουμε παρακάτω).

ΔΕΙΚΤΕΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

Για να γνωρίζουμε φυσικά σε βάθος την ποιότητα ενός νερού θα χρειαστεί να κάνουμε μία χημική ανάλυση για όλα τα στοιχεία (ελεγκτική παρακολούθηση) που αναγράφονται στην KYA Υ2/2600/2001 και μάλιστα από χημικό εργαστήριο το οποίο θα πρέπει να είναι διαπιστευμένο από το ΕΣΥΔ. Η διαπίστευση διασφαλίζει την αξιοπιστία των λαμβανόμενων αποτελεσμάτων κατά την εργαστηριακή ανάλυση.

Παρόλα αυτά υπάρχουν δύο (2) δείκτες οι οποίοι αποτυπώνουν μία γενική εικόνα της ποιότητας του νερού (από χημικής άποψης), δείκτες οι οποίοι είναι μετρήσιμοι με τη χρήση ειδικών οργάνων που ονομάζονται Conductivity & TDS meters. Αυτοί οι δύο (2) δείκτες είναι:

  • Αγωγιμότητα:είναι το σύνολο των ιόντων (ανιόντων και κατιόντων) που υπάρχουν στο νερό και μετριέται σε μSiemens ανά εκατοστό (μS/cm). Στο απιονισμένο νερό η τιμή της αγωγιμότητας κάτω από 50 μS/cm (να υπενθυμίσουμε ότι το απιονισμένο νερό είναι κακός αγωγός του ηλεκτρισμού). Νερό που υπερβαίνει τα 2.500 μS/cm θεωρείται ακατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση.
  • Ολικά διαλυμένα στερεά (TDS):είναι το συνολικό των διαλυμένων στερεών, συμπεριλαμβανομένων ορυκτών, αλάτων ή μετάλλων τα οποία διαλύονται σε ένα δεδομένο όγκο του νερού, που εκφράζεται σε μονάδες mg ανά λίτρο νερού (mg/L), που αναφέρεται επίσης ως μέρη ανά εκατομμύριο ή parts per million (ppm). Η μέτρηση των TDS γίνεται με TDS meters, μέσω αναγωγής από την αγωγιμότητα με βάση έναν συντελεστή 0,5 ή 0,7. Συστήνεται η μέτρηση να γίνεται με βάση το συντελεστή 0,5 (εφόσον δίνεται η δυνατότητα από το όργανο μέτρησης). Η μέτρηση των TDS (όπως και της αγωγιμότητας) επηρεάζεται από τη θερμοκρασία του νερού. Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει (ενδεικτικό) όριο για τα TDS το οποίο είναι τα 500 mg/L (ppm). Κάποια είδη TDS είναι ευεργετικά για την υγεία (όπως για παράδειγμα το ασβέστιο, το μαγνήσιο κ.ά.), ενώ άλλα είναι βλαβερά εφόσον οι τιμές είναι εκτός ορίων (όπως για παράδειγμα τα βαρέα μέταλλα, νιτρώδη, νιτρικά κ.ά).

Εκτός των δύο (2) παραπάνω δεικτών, θα πρέπει να γίνεται και μέτρηση της συγκέντρωσης ιόντων υδρογόνου (pH) η οποία εκφράζεται σε μονάδες pH. Η μέτρηση γίνεται με τη βοήθεια οργάνων pH meters και τα όρια ώστε ένα νερό να θεωρείται πόσιμο για ανθρώπινη κατανάλωση θα πρέπει να είναι μεταξύ 6,5 και 9,5.

Τα TDS όπως και το pH σχετίζονται όχι μόνο με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης αλλά και με τη γεύση του.

Οι συνήθεις τιμές TDS σε τύπους νερών κυμαίνονται (περίπου):

  • από 0-20 ppm, στο απιονισμένο νερό
  • γύρω στα 180 pmm για το νερό Ορεινών Περιοχών.
  • στα 180 με 200 ppm στα εμφιαλωμένα νερά
  • και έως και 5000 ppm σε νερά δικτύου ανά την Κύπρο.
  • Τιμές από 5.000 και άνω συναντάμε σε υφάλμυρα νερά γεωτρήσεων,
  • καταλήγοντας ακόμη και σε 25.000 έως 35.000 ppm για θαλασσινό νερό.

Ακόμη και αν ένα νερό θεωρείται κατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση βάσει χημικής ανάλυσης, αν ξεπερνάει τα 250 ppm, δεν πίνεται, λόγω της άσχημης γεύσης. Με βάση έρευνα της κατασκευάστριας εταιρείας μέσω focus groups και ερευνών που κατά καιρούς έχουν διεξαχθεί παγκοσμίως από αντίστοιχες εταιρείες του κλάδου, προέκυψε το εξής συμπέρασμα:

Ένα (πόσιμο) νερό είναι γευστικά αποδεκτό (αν και τα όρια γεύσης είναι υποκειμενικά) όταν τα TDS βρίσκονται μεταξύ 100 και 250ppm (περίπου) και το pH μεταξύ 6,5 και 9,5

Mε βbση την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Πολιτειών υπάρχει ανώτατο (ενδεικτικό) όριο σε TDS (500 mg/L ή ppm).

Εκλαϊκευμένα λοιπόν τα TDS εκφράζουν το σύνολο των διαλυμένων στερεών που υπάρχουν στο νερό, χωρίς όμως να γνωρίζουμε ποια ακριβώς είδη.

Πατήστε εδώ εάν θέλετε να μάθετε εάν η ποιότητα του νερού σας είναι καλή!

ΣΚΛΗΡΟΤΗΤΑ

Ας αναφερθούμε σε αυτό το σημείο σε μία κατηγορία TDS, που ανήκει στην κατηγορία 5 «Άλατα & Ιόντα» τη γνωστή σκληρότητα του νερού και επηρεάζει σημαντικά τη γεύση του νερού κατά τη λογική των TDS που περιγράψαμε παραπάνω. Το «σκληρό νερό» είναι ένα από τα κυριότερα προβλήματα που απαντάται στην πλειοψηφία των νερών της Ελλάδος. Χαρακτηριστικό της είναι ένα λευκό ίζημα που βλέπουμε συχνά σε χρησιμοποιημένες βρύσες. Η σκληρότητα εκφράζει την συγκέντρωση των διαλυμένων αλάτων ασβεστίου και μαγνησίου και μετριέται εναλλακτικά σε 3 είδη μονάδων σε:

  • mg CaCO3/l ή ppm CaCO3 ή αμερικανικοί βαθμοί,
  • ⁰f ή γαλλικοί βαθμοί (1 ⁰f = 10 mg CaCO3/l ή ppm CaCO3 και 1 ⁰f = 0,56 ⁰d),
  • ⁰d ή γερμανικοί βαθμοί (1 ⁰d = 17,9 mg CaCO3/l ή ppm CaCO3 και 1 ⁰d = 1,79 ⁰f)

Να υπενθυμίσουμε πως ναι μεν δεν υπάρχουν όρια στην ΚΥΑ Υ2/2600/2001 σε ότι αφορά τη σκληρότητα, αυτή όμως επηρεάζει σημαντικά τη γεύση του νερού. Επιπλέον μ’ ένα σκληρό νερό το πλύσιμο με σαπούνι είναι δυσκολότερο ενώ επηρεάζεται η Παρασκευή τροφίμων (πχ. βράση των οσπρίων) καθώς και αλλοιώνεται η γεύση ροφημάτων (όπως για παράδειγμα ο καφές κ.ά.). Από την άλλη πλευρά όμως ένα νερό που χαρακτηρίζεται απιονισμένο, στο οποίο έχουν αφαιρεθεί μεταξύ άλλων ιχνοστοιχείων και το ασβέστιο (Ca) και το μαγνήσιο (Mg)

Μεγάλες τιμές σκληρότητας δεν θεωρείται πως αποτελούν κίνδυνο για την υγεία με βάση την Ευρωπαϊκή νομοθεσία, αν και με βάση την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Πολιτειών υπάρχει έμμεσα ανώτατο (ενδεικτικό) όριο λόγω του ορίου στα TDS. Υψηλές τιμές  TDS υποδεικνύουν κατά κανόνα υψηλές τιμές σκληρότητας και αντίστροφα.

Πατήστε εδώ εάν θέλετε να μάθετε το επίπεδο σκληρότητας του νερού που χρησιμοποιείτε!

ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΝΕΡΟΥ

Ας περάσουμε τώρα στις μεθόδους επεξεργασίας του νερού για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που αναφέραμε παραπάνω.

Καταρχήν να τονίσουμε πως ως κατασκευαστές θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε κάθε μέθοδο επεξεργασίας του νερού που υπάρχει διαθέσιμη στην αγορά. Έχουμε καταλήξει όμως, μετά από δοκιμές, σε συγκεκριμένες μεθόδους επεξεργασίας, συνδεσμολογίες φίλτρων, πρώτες ύλες (όπως για παράδειγμα τον εξαιρετικής ποιότητας άνθρακα ή τις μεμβράνες αντίστροφης όσμωσης)  και εξαρτήματα ώστε να πετυχαίνουμε το βέλτιστο αποτέλεσμα ανάλογα με τον τύπο του νερού για τον οποίο προορίζεται κάθε συσκευή. Επιπλέον έχει δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο σχεδιασμό (design) στην εξωτερική εμφάνιση και στο μικρό (compact) μέγεθος των συσκευών καθώς και στις διαδικασίες εξυπηρέτησης του πελάτη. Το τρίπτυχο ποιότητα – σχεδιασμός – άρτια εξυπηρέτηση εξασφαλίζει ικανοποιημένους πελάτες οι οποίοι αλλάζουν τα ανταλλακτικά στην ώρα τους και αυτό εξασφαλίζει επαναλαμβανόμενο έσοδο και κέρδος, καθώς επίσης και συστάσεις!

Οι ουσίες (προβληματικές ή μη) απαντώνται και μετριόνται στο νερό σε συγκεκριμένη συγκέντρωση (μονάδα μέτρησης βάρους / μονάδα μέτρησης όγκου). Κάθε ουσία επίσης έχει κάποιο μέγεθος (μορίου, ιόντος κλπ… αναλόγως την ουσία). Όταν αναφερόμαστε στο νερό, το μέγεθος κάθε ουσίας μετριέται συνήθως σε μικρόμετρα ή micron ή μm.

Στο παρακάτω σχήμα (σχήμα 1) θα δείτε διαφορετικά μεγέθη γνωστών ουσιών (όχι απαραίτητα προβληματικών) μετρούμενα σε μικρόμετρα ή micron ή μm.

Σχήμα 1: Σύγκριση μεγεθών γνωστών ουσιών (προβληματικών και μη) (σε μικρόμετρα ή micron ή μm)

Είδαμε παραπάνω, πως οι προβληματικές ή μη ουσίες που μπορεί να συναντήσουμε στο νερό κατατάσσονται σε 6 κατηγορίες. Ας τις παρομοιάσουμε (εκλαϊκεύοντας αρκετά) με τα ψάρια. Φανταστείτε δηλαδή ότι στο νερό μας έχουμε μικρότερα ή μεγαλύτερα ψάρια που θέλουμε να πιάσουμε, μόνο που εδώ, τα πιο μικρά ψάρια είναι συνήθως και τα πιο επικίνδυνα για τον οργανισμό μας.

Σκεφτείτε τώρα (και είμαστε πολύ κοντά στην πραγματικότητα), τις περισσότερες μεθόδους καθαρισμού του νερού ως δίχτυα (θα εξαιρέσουμε κάποιες που θα περιγράψουμε παρακάτω όπως λυχνία UV ή ιονοανταλλακτικές ρητίνες). Απλά, άλλα δίχτυα έχουν μεγαλύτερα μάτια (ανοίγματα δηλαδή) και μπορούν συγκρατήσουν ψάρια από ένα μέγεθος και πάνω (πχ. πιάνουν τσιπούρες αλλά όχι μαρίδες), ενώ άλλα έχουν μικρότερα μάτια και μπορούν να πιάσουν μικρότερα ψάρια. Το μέγεθος του ματιού (ανοίγματος) κάθε διχτύου, χαρακτηριστικό κάθε μεθόδου καθαρισμού (εξαιρώντας κάποιες περιπτώσεις όπως αναφέραμε παραπάνω) μετριέται επίσης σε  μικρόμετρα ή micron ή μm.

 

Παραθέτουμε παρακάτω ένα πίνακα για να δούμε με ποιες μεθόδους αντιμετωπίζουμε τις προβληματικές ουσίες κάθε κατηγορίας (πίνακας 3 – δώστε ιδιαίτερη σημασία και στο σημείο «Προσοχή» που συνοδεύει τον πίνακα 3):

 

Πίνακας 3: Είδη φίλτρων ανάλογα με τα προβλήματα που μπορεί να συναντήσουμε στο νερό

ΑΡ. ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Φίλτρα αιωρούμενων στερεών

(sediment)

Φίλτρα Άνθρακα Λυχνίες UV Φίλτρα

Άνθρακα με

Λυχνία UV

Φίλτρα

Αντίστροφης Όσμωσης

Φίλτρα

Αντίστροφης

Όσμωσης με

Λυχνία UV

1. Αιωρούμενα στερεά ΝΑΙ ΝΑΙ ΌΧΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ
2. Απολυμαντικά μέσα ΌΧΙ ΝΑΙ ΌΧΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ
3. Οργανικές ενώσεις ΌΧΙ ΝΑΙ ΌΧΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΝΑΙ
4. Μικροοργανισμοί ΌΧΙ ΌΧΙ ΝΑΙ ΝΑΙ ΑΝΑΛΟΓΩΣ

ΤΗΣ

ΑΠΟΔΟΣΗΣ

ΤΗΣ

ΜΕΜΒΡΑΝΗΣ

ΝΑΙ
5. Άλατα & Ιόντα ΌΧΙ ΌΧΙ ΌΧΙ ΌΧΙ ΝΑΙ ΝΑΙ
6. Μέταλλα-Βαρέα μέταλλα ΌΧΙ ΌΧΙ ΌΧΙ ΌΧΙ ΝΑΙ ΝΑΙ
7. Διαλυμένα αέρια ΌΧΙ ΝΑΙ 

(ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ

ΤΟΥ ΑΕΡΙΟΥ)

ΟΧΙ ΝΑΙ 

(ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ

ΤΟΥ ΑΕΡΙΟΥ)

ΝΑΙ 

(ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ

ΤΟΥ ΑΕΡΙΟΥ)

ΝΑΙ 

(ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΤΟΥ ΕΙΔΟΥΣ

ΤΟΥ ΑΕΡΙΟΥ)

 

Προσοχή (συμπληρωματικά στον παραπάνω πίνακα):

  • Αν το νερό παρουσιάζει πολύ χώμα, λάσπη, θολότητα ή/και έχει υψηλή συγκέντρωση σε σίδηρο ή μαγγάνιο θα πρέπει να μπουν ειδικά κεντρικά προφίλτρα.
  • Επίσης στις περιπτώσεις χρήσης αντίστροφης όσμωσης αν το παραγόμενο νερό έχει pH < 6,5 θα πρέπει να μπαίνει φύσιγγα εμπλουτισμού.
  • Αν η πίεση στη βρύση ξεπερνάει τα 6 bar χρειάζεται να τοποθετηθεί ρυθμιστής πίεσης.
  • Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάγκη για όσμωση, κυρίως λόγω υψηλής σκληρότητας, και ο πελάτης επιθυμεί μία κεντρική λύση για να προστατέψει τις υπόλοιπες συσκευές του καθώς και για να κάνει μπάνιο χωρίς άλατα: συστήνεται να μπαίνει κεντρικό προφίλτρο, κεντρικός αποσκληρυντής και αντίστροφη όσμωση στη βρύση της κουζίνας. Αυτή είναι πιο οικονομική λύση από το να μπει κεντρική όσμωση.
  • Σε περίπτωση που ο χρήστης έχει ή επιθυμεί να βάλει αποσκληρυντή και επιθυμεί να ποτίζει φυτά, θα πρέπει να ελεγχθούν τα επίπεδα νατρίου. Ο αποσκληρυντής λειτουργεί με ιονοανταλλακτικές ρητίνες οι οποίες αντικαθιστούν το ασβέστιο και το μαγνήσιο με νάτριο. Υψηλές συγκεντρώσεις νατρίου καταστρέφουν τα φυτά.
  • Σε περίπτωση που το νερό ξεπερνάει τα 2.000-2.500ppm σε TDS ή σκληρότητα ενδέχεται η μεμβράνη αντίστροφης όσμωσης να χρειάζεται αλλαγή πιο συχνά.
  • Σε περίπτωση που το νερό παρουσιάζει οργανικές ενώσεις εκτός ορίων (μαζί ενδεχομένως και με άλλες κατηγορίες προβλημάτων εκτός ορίων) χρειάζεται ειδική ερεύνα για το ποια συστοιχία φίλτρων θα χρειαστεί.
  • Σε περίπτωση μακρόχρονης απουσίας από το σημείο που έχει τοποθετηθεί μία συσκευή αντίστροφης όσμωσης συστήνεται να κλείνετε το διακόπτη (βάνα) παροχής νερού στο φίλτρο ή το κεντρικό διακόπτη (βάνα) παροχής νερού του κτίσματος.

Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι πρέπει να γνωρίζουμε τι προβλήματα παρουσιάζει το νερό μας, ώστε να επιλέξουμε το κατάλληλο φίλτρο νερού. Μιλώντας για φίλτρα νερού εννοούμε φίλτρα νερού οικιακής χρήσης που συνδέονται στη βρύση της κουζίνας ή στην παροχή νερού κάτω από τον πάγκο (δηλαδή οικιακά φίλτρα νερού άνω ή κάτω πάγκου).

Αν το πρόβλημα στο νερό μας είναι για παράδειγμα το χλώριο, η δυσάρεστη οσμή και γεύση, οι οργανικές ενώσεις ή οι ίνες αμιάντου τότε ένα φίλτρο άνθρακα θα λειτουργήσει άψογα (αρκεί βέβαια ο άνθρακας να είναι εξαιρετικής ποιότητας). Αν επιπλέον το νερό εμφανίζει μικροβιολογική επιβάρυνση (π.χ. κολοβακτηριοειδή, e. Coli, εντερόκοκκοι κλπ.) τότε θα χρειαστεί σίγουρα και λυχνία αποστείρωσης UV. Όμως, για να αντιμετωπίσει κανείς νερό με όλες τις κατηγορίες προβλημάτων και ειδικότερα νερό με πολλά άλατα ή/και βαρέα μέταλλα χρειάζεται φίλτρο αντίστροφης όσμωσης (και με λυχνία αποστείρωσης UV σε περίπτωση ακατάλληλων μικροβίων π.χ. κολοβακτηριοειδή, e. Coli, εντερόκοκκοι κλπ.), καθώς τα φίλτρα άνθρακα δεν έχουν την ικανότητα απομάκρυνσης αυτών των ιόντων. Οι αποσκληρυντές (softeners) δεν αφαιρούν τ΄άλατα, αλλά τα μετατρέπουν καθώς αντικαθιστούν τα ιόντα ασβεστίου και μαγνησίου με ιόντα νατρίου. Οι αποσκληρυντές δεν ενδείκνυνται για την παραγωγοί πόσιμου νερού, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυαστικά με φίλτρα αντίστροφης όσμωσης. Όταν θέλουμε μία συνολική λύση για άλατα, όχι μόνο για να πίνουμε νερό αλλά για να προστατέψουμε και τις υπόλοιπες συσκευές τοποθετούμε στην κεντρική παροχή προφίλτρα αιωρούμενων στερεών και στη συνέχεια αποσκληρυντές, ενώ στη βρύση όπου πίνουμε νερό τοποθετούμε φίλτρο αντίστροφης όσμωσης. Το νερό επίσης που προέρχεται από αποσκληρυντές δεν είναι κατάλληλο για πότισμα ειδικότερα όταν περιέχει υψηλές συγκεντρώσεις νατρίου.

Ας σημειωθεί πως μία συσκευή επεξεργασίας νερού χαρακτηρίζεται από τη βασική μέθοδο καθαρισμού αλλά περιέχει περισσότερα από ένα στάδια επεξεργασίας.

Να σημειώσουμε επίσης εδώ ότι η ποιότητα και η απόδοση ενός φίλτρου νερού εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, πέρα από την ποιότητα του εισερχομένου νερού, όπως:

  • Η ποιότητα και τα χαρακτηριστικά των βασικών υλών επεξεργασίας νερού όπως ο άνθρακας ή η μεμβράνη αντίστροφης όσμωσης.
  • Η ποιότητα των εξαρτημάτων
  • Η συνδεσμολογία των φίλτρων

Παραδείγματα:

  • Ένα φίλτρο κανάτα εκτός του γεγονότος ότι συνήθως έχει φθηνό άνθρακα, μειονεκτεί από το γεγονός ότι το εισερχόμενο νερό έχει κατεύθυνση από πάνω προς τα κάτω. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ότι δημιουργεί ένα εύκολο πέρασμα στον άνθρακα με αποτέλεσμα το νερό να μην καθαρίζεται σωστά.
  • Άνθρακας από άνθρακα διαφέρει. Ο άνθρακας που χρησιμοποιεί ένας σοβαρός κατασκευαστής είναι πανάκριβος καθώς είναι ενεργός, φυτικός, βακτηριοστατικός άνθρακας από κέλυφος καρύδας, ενεργοποιημένος με ατμό και εμποτισμένος με άργυρο. Ο άργυρος εμποδίζει τον πολλαπλασιασμό των μικροβίων.
  • Μεμβράνη όσμωσης από μεμβράνη όσμωσης επίσης διαφέρει ως προς το ποσοστό απομάκρυνσης ρύπων και αντοχής ως προς την ποιότητα του εισερχομένου νερού.
  • Η διάταξη και η συστοιχία επίσης των φίλτρων και των εξαρτημάτων παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην απόδοση ενός φίλτρου.

Πατήστε εδώ για να επικοινωνήσετε μαζί μας και να μάθετε περισσότερα!

Διαβάστε περισσότερα άρθρα σχετικά με την ποιότητα τροφίμων και ποτών εδώ!